- Ἀριστόκριτος
- Ἀριστόκριτοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀριστοκρίτου — Ἀριστόκριτος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀριστοκρίτῳ — Ἀριστόκριτος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀριστόκριτον — Ἀριστόκριτος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άριστος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ιστορικός συγγραφέας (3ος 2ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από τη Σαλαμίνα της Κύπρου. Έγραψε μαζί με τον Ασκληπιάδη μια Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. 2. Φιλόσοφος της Νέας Ακαδημίας (1ος αι. π.Χ.). Ήταν αδελφός του… … Dictionary of Greek